ΤΑ ΜΕΡΗ ΤΟΥ ΛΟΓΟΥ
ΚΛΙΤΑ
- ΑΡΘΡΟ
- ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΟ
- ΕΠΙΘΕΤΟ
- ΑΝΤΩΝΥΜΙΑ
- ΡΗΜΑ
- ΜΕΤΟΧΗ
|
ΑΚΛΙΤΑ
- ΕΠΙΡΡΗΜΑ
- ΠΡΟΘΕΣΗ
- ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ
- ΕΠΙΦΩΝΗΜΑ
|
ΑΡΘΡΑ
|
Μπαίνουν μπροστά από τα ουσιαστικά, τα επίθετα, τις κλιτές μετοχές και ορισμένες αντωνυμίες.
|
|
ΑΟΡΙΣΤΟ
|
ο, η, το
|
ένας μια, ένα
|
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΑ
|
Δηλώνουν:
- πρόσωπα (θείος, Πέτρος)
- ζώα (σκύλος)
- τόπους (Αθήνα, Ελλάδα)
- πράγματα (δέμα, γραμματόσημα)
- ενέργειες (αποστολή)
- καταστάσεις (ησυχία)
- ιδιότητες (ταχύτητα, ασφάλεια)
|
Κύρια ονόματα:Φανερώνουν ένα ορισμένο πρόσωπο, τόπο ή ζώο.
Κοινά ονόματα:Φανερώνουν γενικά πρόσωπα, τόπους, ζώα ή πράγματα, ενέργεια, κατάσταση, ιδιότητα. |
| Αρσενικά | Θηλυκά | Ουδέτερα |
| -ος, -ης, -ας | -η, -α, -ού | -ο, -ι, -α, -ας, -ος |
| | |
ΕΠΙΘΕΤΑ
|
Συνοδεύουν τα ουσιαστικά και μας λένε κάθε φορά πως ακριβώς είναι τα ουσιαστικά, δηλαδή τι ποιότητα ή ιδιότητα έχει. Έχουν τρία γένη, αρσενικό, θηλυκό και ουδέτερο γιατί παίρνουν το γένος των ουσιαστικών που προσδιορίζουν.
|
| Καλός, καλή, καλό-βαθύς, βαθιά, βαθύ-σταχτής, σταχτιά, σταχτί, ζηλιάρης, ζηλιάρα, ζηλιάρικο κ.λ.π. |
ΚΑΤΑΛΗΞΕΙΣ ΤΩΝ ΕΠΙΘΕΤΩΝ
|
| Σε | Παραδείγματα | Εξαιρέσεις |
| -ος, -η, -ο | όμορφος, όμορφη, όμορφο | |
| -ος, -α, -ο | ωραίος, ωραία, ωραίο | |
| -ος, -ια, -ο | μέτριος, μέτρια, μέτριο | |
| -ύς, -ιά, -ύ | βαθύς, βαθιά, βαθύ | |
| -ής, -ια, -ί | σταχτής, σταχτιά, σταχτί | |
| -ής, -α, -ικο | γκρινιάρης, γκρινάρα, γκρινιάρικο | |
| -άς/-ής, -ου, -άδικο/-ούδικο/-ήδικο | υπναράς, υπναρού, υπναράδικο/-ούδικο καβγατζής, καβγατζού, καβγατζήδικο | |
| -ων, -ουσα, -ον | ενδιαφέρων, ενδιαφέρουσα, ενδιαφέρον | |
| -ων/ονας, -ον | ευγνώμων, ευγνώμων, ευγνώμον | |
| -υς, -εία, -ύ | ευθύς, ευθεία, ευθύ | |
| -ης, -ης, -ες | ακριβής, ακριβής, ακριβές | |
| πολύς, πολλή, πολύ | |
| -ικός | Ευγενικός, φιλικός… | Θηλυκός, δανεικός |
| -ιμος | Νόμιμος, χρήσιμος… | Άσχημος, έτοιμος.. |
| -ινός | Βραδινός, αληθινός... | Ελεεινός, σκοτεινός.. |
| -ινος | Μάλλινος, ξύλινος… | |
| -ιος | Άγιος, ουράνιος… | Άδειος, βόρειος… |
| -ίσιος | Βουνίσιος, παλικαρίσιος. | Ημερήσιος, γνήσιος.. |
| -ωπός | Πρασινωπός, αγριωπός... | |
| -ωτός | Φουντωτός, καμαρωτός... | |
| | |
ΑΝΤΩΝΥΜΙΕΣ
|
Μπαίνουν αντί για ονόματα
|
| Προσωπικές | α)Εγώ, εσύ, αυτός, εμείς, εσείς, αυτοί, εμένα, αυτών…
β) μου, σε … |
| Κτητικές | α)Δικός μου, δική μου, δικό μου…
β) μου, σου, του, της, μας, σας, τους … |
| Αυτοπαθείς | Τον εαυτό μου, τον εαυτό σου, τον εαυτό του, τον εαυτό της … |
| Οριστικές | α)Ο ίδιος, η ίδια, το ίδιο, τους ίδιους…
β) μόνος μου, μόνη μου, μόνοι τους ... |
| Δεικτικές | α)αυτός, αυτή, αυτό…
β)ετούτος, ετούτη, ετούτο…
γ)εκείνος, εκείνη, εκείνο…
δ)τέτοιος, τέτοια, τέτοιο…
ε)τόσος, τόση, τόσο… |
| Αναφορικές | α)που
β)ο οποίος, η οποία, το οποίο…
γ)όποιος, όποια, όποιο…
δ)Όσος, όση, όσο…
ε)ό,τι |
| Ερωτηματικές | α)τι
β)ποιος, ποια, ποιο…
γ)πόσος, πόση, πόσο… |
| Αόριστες | α)ένας, μια, ένα…
β)κανένας, καμιά, κανένα…
γ)κάθε- καθένας, καθεμιά, καθένα…
δ)κάποιος, κάποια, κάποιο…
ε)κάμποσος, κάμποση, κάμποσο…
στ)μερικοί, μερικές, μερικά…
ζ)άλλος, άλλη, άλλο…
η)κάτι-κατιτί
θ)καθετί
ι)τίποτε-τίποτα
κ)ο δείνα, η δείνα, το δείνα
ο τάδε, η τάδε, το τάδε |
ΡΗΜΑΤΑ
|
| Φανερώνουν ότι κάποιος κάνει κάτι ή παθαίνει κάτι ή βρίσκεται σε μια κατάσταση. |
ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΗ ΦΩΝΗ
| ΠΑΘΗΤΙΚΗ ΦΩΝΗ |
| -ω, -ίζω, -ώνω, -αίνω, -εύω | -ομαι, -ιέμαι |
Α΄ Συζυγία
|
Ενεστώτας:δένω
Παρατατικός:έδενα
Αόριστος:έδεσα
Στιγμ. Μέλλοντας:θα δέσω
Εξακ. Μέλλοντας:θα δένω
Παρακείμενος:έχω δέσει
Υπερσυντέλικος:είχα δέσει
Συντ. Μέλλοντας:θα έχω δέσει | Ενεστώτας:δένομαι
Παρατατικός:δενόμουν
Αόριστος:δέθηκα
Στιγμ. Μέλλοντας:θα δεθώ
Εξακ. Μέλλοντας:θα δένομαι
Παρακείμενος:έχω δεθεί
Υπερσυντέλικος:είχα δεθεί
Συντ. Μέλλοντας:θα έχω δεθεί |
Β΄ Συζυγία
|
Ενεστώτας:αγαπώ
Παρατατικός: αγαπούσα
Αόριστος:αγάπησα
Στιγμ. Μέλλοντας:θα αγαπήσω
Εξακ. Μέλλοντας:θα αγαπώ
Παρακείμενος:έχω αγαπήσει
Υπερσυντέλικος:είχα αγαπήσει
Συντ. Μέλλοντας:θα έχω αγαπήσει | Ενεστώτας:αγαπιέμαι
Παρατατικός:αγαπιόμουν
Αόριστος:αγαπήθηκα
Στιγμ. Μέλλοντας:θα αγαπηθώ
Εξακ. Μέλλοντας:θα αγαπιέμαι
Παρακείμενος:έχω αγαπηθεί
Υπερσυντέλικος:είχα αγαπηθεί
Συντ. Μέλλοντας:θα έχω αγαπηθεί |
ΜΕΤΟΧΕΣ
|
| Προέρχεται από τα ρήματα και κλίνεται όπως το επίθετο |
Ενεργητική
|
Παθητική
|
( παίζω) = παίζοντας
(γελώ) = γελώντας | (δένω) = δεμένος
(κρύβω)=κρυμμένος (όταν ο χαρακτήρας είναι π, β, φ, πτ, φτ) |
ΕΠΙΡΡΗΜΑΤΑ
|
| Άκλιτες λέξεις που συνοδεύουν τα ρήματα και φανερώνουν τόπο, χρόνο, ποσό… |
| Τοπικά | Πού; | Εδώ, εκεί, επάνω, κάτω, μέσα, έξω, πίσω, αυτού, αλλού… |
| Χρονικά | Πότε; | Τώρα, πριν, χτες, αύριο, φέτος, ποτέ, κάπου κάπου… |
| Τροπικά | Πώς; | Όπως, έτσι, αλλιώς, καθώς, μαζί, όμορφα, ήσυχα, σαν… |
| Ποσοτικά | Πόσο; | Όσο, τόσο, περισσότερο, λίγο, πιο, αρκετά, κάμποσο… |
| Βεβαιωτικά | Ναι | Ναι, μάλιστα, βέβαια, σωστά… |
| Αρνητικά | Όχι | Όχι, δεν, μην, όχι βέβαια |
ΠΡΟΘΕΣΕΙΣ
|
| Άκλιτες λέξεις που μπαίνουν μπροστά από άλλες λέξεις και φανερώνουν μαζί τους τόπο, χρόνο, στέρηση, αιτία, τρόπο, ποσό… |
| Με, σε, για, ως, προς, μετά, παρά, αντί, από, κατά, δίχως, χωρίς, ίσαμε. |
ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ
|
| Άκλιτες λέξεις που συνδέουν λέξεις ή προτάσεις |
| Συμπλεκτικοί | και, κι, ούτε, μήτε, ουδέ, μηδέ. |
| Διαχωριστικοί | ή, είτε. |
| Αντιθετικοί | μα, παρά, αλλά όμως, ωστόσο, ενώ, αν και, μολονότι, μόνο. |
| Αποτελεσματικοί | λοιπόν, ώστε, άρα, επομένως, που. |
| Επεξηγηματικός | δηλαδή. |
| Ειδικοί | πως, που, ότι. |
| Χρονικοί | όταν, σαν, ενώ, καθώς, αφού, αφότου, πριν (να), μόλις, προτού, ώσπου, ωσότου, όσο που, όποτε. |
| Αιτιολογικοί | γιατί, επειδή, αφού. |
| Υποθετικοί | αν, σαν, άμα. |
| Τελικοί | να, για να. |
| Διστακτικοί | μην, μήπως. |
| Συγκριτικός | παρά. |
ΕΠΙΦΩΝΗΜΑΤΑ
|
| Άκλιτες λέξεις που φανερώνουν θαυμασμό, πόνο, έπαινο, απορία, λύπη, χαρά, ευχή.. |
| Α!, ο!, ποπό!, μπα! ,αχ!, οχ!, ω!, αλίμονο!, μπράβο!, εύγε!, μπα!, χα, χα, χα!, μακάρι!… |
ΕΜΠΕΔΩΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗΣ ΜΕ POWER POINT
Δημιουργός: ΜΌΚΙΑΣ ΓΙΑΝΝΗΣ
(για Β΄, Γ΄Δ΄Τάξεις)
|